Back to top

Άρθρο του Προέδρου της Ο.Κ.Ε. στην κυριακάτικη εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος»

25/12/2022

 

H ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ

Οι προσδοκίες για το 2023

Άρθρο του Γιάννη Πάιδα,

Προέδρου της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Ελλάδος (Ο.Κ.Ε.)

 

Το 2022 σηματοδότησε, ευελπιστώ, την έξοδο της χώρας μας από ένα κύκλο αλλεπάλληλων κρίσεων, οι οποίες έχουν αφήσει βαθύ αποτύπωμα στην οικονομία και την κοινωνία.

Η πανδημική κρίση οδήγησε σε υψηλό αριθμό ανθρώπινων απωλειών (πάνω από 35,000), ενώ η ενεργειακή κρίση με το δομικό πληθωρισμό και το συνεπαγόμενο υψηλό κόστος ενέργειας επιδρούν μειωτικά στα εισοδήματα. Παράλληλα, οι δείκτες ανάπτυξης φαίνεται να είναι ανθεκτικοί και να σταθεροποιούν το οικονομικό περιβάλλον. Η οικονομία και η  οικονομική πολιτική φαίνεται να ανακτούν το βηματισμό και την ανεξαρτησία τους, παραμένοντας όμως σε ένα δυσμενές διεθνές περιβάλλον με σημαντικές αναταράξεις και προκλήσεις.

Τα οικονομικά δεδομένα δείχνουν ότι δεν αμφισβητείται πλέον η δημοσιονομική σταθερότητα και ισορροπία στη χώρα μας, μετά την επίτευξη κατά συναπτά έτη των τιθέμενων στόχων, ενώ και στο σκέλος της κοινωνικής πολιτικής έχουν γίνει βήματα στο μέτρο του εφικτού. Η ανεργία έχει μειωθεί και ο τουρισμός, ατμομηχανή της οικονομίας, ενισχύεται, αργά αλλά σταθερά.

Η μεγάλη πρόκληση παραμένει σήμερα η εξομάλυνση του υπερβολικού βάρους που κλήθηκαν να επωμιστούν στη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης οι παραγωγικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι ευκταίο μέσα από το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης να διανοιχθούν προοπτικές και ευκαιρίες για την περαιτέρω βελτίωση των πραγματικών μεγεθών της εθνικής οικονομίας, όπως είναι η απασχόληση και οι επενδύσεις. Όμως είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι το κυρίαρχο μήνυμα που θα πρέπει να δοθεί προς κάθε κατεύθυνση είναι η ισότιμη συμμετοχή στα οφέλη και τα κέρδη της μεταβατικής αυτής  περιόδου σε όσους συνέβαλλαν καθοριστικά με τις θυσίες τους στην έξοδο από την κρίση - αναφέρομαι κυρίως στις τοπικές επιχειρήσεις, τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, τους μισθωτούς, αλλά και τους νέους που έφυγαν από τη χώρα.

Από την άλλη, είναι σαφές ότι παραμένουν διαρθρωτικά προβλήματα που υφίστανται για την εγχώρια επιχειρηματικότητα, όπως η θεσμική ανεπάρκεια και οι ατέλειες της αγοράς (πχ στην αγορά ενέργειας), η δυσκολία πρόσβασης στις αγορές κεφαλαίου και χρήματος (υψηλότερα επιτόκια δανεισμού), η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ενώ σημαντικοί κίνδυνοι αναφύονται ως προς τις διεθνείς αγορές και το διεθνές εμπόριο, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και των νέων προστατευτικών πολιτικών σε παγκόσμια κλίμακα. Βρισκόμαστε δηλαδή σε ένα παράδοξο χρονικό σημείο, όπου ενώ έτειναν να βελτιωθούν οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, διαμορφώνονται διεθνείς συνθήκες που εμποδίζουν την ομαλή μετάβαση σε ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μονοπάτι.

Η συνθήκη διεθνούς αβεβαιότητας διαμορφώνει εμπόδια ως προς τον αναπτυξιακό σχεδιασμό, την καταναλωτική εμπιστοσύνη και τη συνεργασία μεταξύ των χωρών, με ορατούς τους κινδύνους μείωσης της παγκόσμιας παραγωγής και ανάπτυξης. Μια τέτοια εξέλιξη βαίνει συνήθως εις βάρος των ασθενέστερων οικονομιών και σε μεγάλο βαθμό αντανακλάται στην ποιότητα ζωής των φτωχότερων και πιο ευάλωτων στρωμάτων.

Σε επίπεδο κεντρικής πολιτικής στη χώρα μας, ένα καίριο ζήτημα που θα πρέπει να συζητήσουμε είναι η εμπέδωση του κοινωνικού διαλόγου σε όλα τα πεδία της δημόσιας σφαίρας. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σαφές ότι παρεμβάσεις και μεταρρυθμίσεις χωρίς τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών παραμένουν κενό γράμμα. Οι πολιτειακοί φορείς πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων είναι πολλαπλασιαστικά εποικοδομητικός, ακόμη κι όταν ασκείται έντονη κριτική ορισμένες φορές. Η εμπιστοσύνη στη βάση της κοινωνίας είναι θεμέλιος λίθος για την επίτευξη στρατηγικών σκοπών της πολιτικής.

Λέγοντας αυτό, πρέπει να υπογραμμίσω ότι ο σχεδιαζόμενος προγραμματισμός και ο αναπτυξιακός προσανατολισμός της χώρας πρέπει να αποκτήσει ένα χαρακτήρα εμβάθυνσης και ισορροπίας μεταξύ οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, με έμφαση στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης, την ποιοτική αύξηση των θέσεων απασχόλησης και την προσέλκυση νέας επιχειρηματικότητας. Με ίσες ευκαιρίες για όλους, με χρήση τεχνολογιών για όλους τους πολίτες, με έμφαση στην πραγματική οικονομία και την κοινωνική συνοχή. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες για να υπάρξει σημαντική βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης, με μέτρα για τη μείωση του κόστους ενέργειας για τα νοικοκυριά (ενεργειακή φτώχεια) και για την ομαλή άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, τη συνέχιση των παρεμβάσεων για την πραγματική μείωση της γραφειοκρατίας και την αναβάθμιση των θεσμικών φορέων και εργαλείων της ελληνικής κοινωνίας (κοινωνικοί εταίροι, δικαιοσύνη, κοινωνικός διάλογος).

Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος στέκεται πάντα κριτικός συμπαραστάτης σε αυτές τις κατευθύνσεις που προαναφέραμε, σύμφωνα με τη συνταγματική της αποστολή, η οποία είναι η διεξαγωγή του κοινωνικού διαλόγου για τη γενική πολιτική της χώρας και ιδίως για τις κατευθύνσεις της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.